ειδοποιούμαι
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ειδοποιούμαι < παθητική φωνή του ρήματος ειδοποιώ
Ρήμα
ειδοποιούμαι
- με ειδοποιούν, με προειδοποιούν, με ενημερώνουν
- Ειδοποιήθηκα τελευταία στιγμή, πώς να προλάβω να σε πάρω από το αεροδρόμιο; Εύκολο το' χεις;
Κλίση
→ δείτε την κλίση στο ειδοποιώ
Μεταφράσεις
ειδοποιούμαι
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.