εάν
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- εάν < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἐάν Συγκρίνετε με το αν [1]
Προφορά
- ΔΦΑ : /eˈan/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ε‐άν
Αναφορές
- αν, εάν - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.