διδράσκω

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

διδράσκω < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα

διδράσκω

Σύνθετα

  • ἀναδιδράσκω
  • ἀποδιδράσκω
  • διαδιδράσκω
  • ἐκδιδράσκω
  • προσαποδιδράσκω
  • συναποδιδράσκω
  • ὑπεκδιδράσκω
  • ὑποδιδράσκω

Συγγενικά

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.