δημοσιογραφικά

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

δημοσιογραφικά < δημοσιογραφικός +

Επίρρημα

δημοσιογραφικά

  1. από δημοσιογραφική άποψη
  2. με δημοσιογραφικό τρόπο

Μεταφράσεις

Κλιτικός τύπος επιθέτου

δημοσιογραφικά

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.