δημαγωγικά

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

δημαγωγικά < δημαγωγικός

Επίρρημα

δημαγωγικά

  • με δημαγωγικό τρόπο, προσπαθώντας να παραπλανήσει το λαό με κολακείες κι άλλα παρόμοια μέσα
    ο πρόεδρος του κόμματος δημαγωγικά υποσχέθηκε αυξήσεις στους μισθούς

Μεταφράσεις

Κλιτικός τύπος επιθέτου

δημαγωγικά

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.