δεσμευμένο αναγνωριστικό

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

δεσμευμένο αναγνωριστικό <  δείτε τις λέξεις δεσμευμένος και αναγνωριστικό, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική reserved identifier

Πολυλεκτικός όρος

δεσμευμένο αναγνωριστικό

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.