δέκατα

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

δέκατα < από το δέκατο, την ένδειξη βαθμίδας σε θερμόμετρο (μερικά δέκατα πάνω από το κανονικό)

Ουσιαστικό

δέκατα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  • ελαφρά αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος κατά λίγα δέκατα του βαθμού που μπορεί να είναι ένδειξη ασθένειας αλλά δεν θεωρείται πυρετός

Μεταφράσεις

Κλιτικός τύπος επιθέτου

δέκατα

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

δέκατα

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.