γυαλιστερά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
γυαλιστερά
<
γυαλιστερός
+
-ά
Επίρρημα
γυαλιστερά
με
γυαλιστερό
τρόπο
Μεταφράσεις
γυαλιστερά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
γυαλιστερά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
γυαλιστερό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.