ασυντρόφιαστα

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ασυντρόφιαστα < ασυντρόφιαστος +

Επίρρημα

ασυντρόφιαστα

Αντώνυμα

Μεταφράσεις

Κλιτικός τύπος επιθέτου

ασυντρόφιαστα

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.