απολυμαντικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
απολυμαντικά
<
απολυμαντικός
Επίρρημα
απολυμαντικά
κατά τρόπο
απολυμαντικό
, επιφέροντας
απολύμανση
Μεταφράσεις
απολυμαντικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
απολυμαντικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
απολυμαντικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.