αποκοιμιστικά
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
αποκοιμιστικά < αποκοιμιστικός + -ά
Μεταφράσεις
αποκοιμιστικά
|
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
αποκοιμιστικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αποκοιμιστικό
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.