αξονικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
αξονικά
<
ουδέτερο
του
αξονικός
Προφορά
ΔΦΑ
: /
a.kso.niˈka
/
Επίρρημα
αξονικά
ως προς τον
άξονα
Συγγενικά
→
δείτε
τη
λέξη
άξονας
Μεταφράσεις
αξονικά
αγγλικά
:
axially
(en)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
αξονικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
αξονικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.