αντρών
Νέα ελληνικά (el)
Ουσιαστικό
αντρών ουδέτερο άκλιτο
- η τουαλέτα, σε δημόσιο χώρο, που χαρακτηρίζεται ως αντρική
- τώρα πια πρέπει να πηγαίνεις μόνο στο αντρών
Μεταφράσεις
αντρών
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.