αντρών

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

αντρών < τουαλέτα αντρών

Ουσιαστικό

αντρών ουδέτερο άκλιτο

  1. η τουαλέτα, σε δημόσιο χώρο, που χαρακτηρίζεται ως αντρική
    τώρα πια πρέπει να πηγαίνεις μόνο στο αντρών

Μεταφράσεις

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

αντρών αρσενικό

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.