αντιθετικά
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- αντιθετικά < αντιθετικ(ός) + -ά
Προφορά
- ΔΦΑ : /an.di.θe.tiˈka/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐ντι‐θε‐τι‐κά
Μεταφράσεις
αντιθετικά
|
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
αντιθετικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του αντιθετικός
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.