αναχωρήσεις

Νέα ελληνικά (el)

Ρηματικός τύπος

αναχωρήσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αναχωρώ
  2. θα αναχωρήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αναχωρώ

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

αναχωρήσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αναχώρηση
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.