αναπαριστάνω

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

αναπαριστάνω < αναπαριστώ

Ρήμα

αναπαριστάνω , πρτ.: αναπαρίστανα, στ.μέλλ.: θα αναπαραστήσω, αόρ.: αναπαρέστησα και αναπαράστησα, παθ.φωνή: αναπαριστάνομαιμτχ αναπαριστάνοντας


Ταυτόσημο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.