αιγυπτιακά αραβικά
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- αιγυπτιακά αραβικά < αιγυπτιακός αραβικός, στον πληθυντικό του ουδέτερου
Πολυλεκτικός όρος
αιγυπτιακά αραβικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
Συνώνυμα
Συγγενικά
- κωδικός: arz
-
Egyptian Arabic στην αγγλική Βικιπαίδεια

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.