αερόστρωμα κατάκλισης

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

αερόστρωμα κατάκλισης  δείτε τις λέξεις αερόστρωμα και κατάκλιση στη γενική ενικού κατάκλισης

Προφορά

ΔΦΑ : /aeˈɾostɾoma kaˈtaklisis/

Πολυλεκτικός όρος

αερόστρωμα κατάκλισης ουδέτερο

  • ειδικό αερόστρωμα για κατάκοιτους ασθενείς που κινδυνεύουν να παρουσιάσουν ή έχουν ήδη παρουσιάσει κατακλίσεις· φουσκώνει με ηλεκτρική αντλία σε διάφορα σημεία του ανισομερώς, ώστε να μη μένει σταθερή η πίεση που ασκείται διαρκώς στο δέρμα του ασθενούς
    Το αερόστρωμα κατάκλισης είναι ένα στρώμα είτε σωληνωτό (με οριζόντιες σωληνώσεις που φουσκώνουν εναλλάξ) είτε με μικρότερες αεροκυψέλες.
    άλλες μορφές: αερόστρωμα κατακλίσεων (στη γενική πληθυντικού)

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.