αγκυροβόλια

Νέα ελληνικά (el)

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

αγκυροβόλια ουδέτερο

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αγκυροβόλι
  2. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αγκυροβόλιο
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.