Στρέιτ

Νέα ελληνικά (el)

Πινακίδα της Οδού (Στέφανου) Στρέιτ στην Αθήνα, στην Πλατεία Κοτζιά.

Ετυμολογία

Στρέιτ < άμεσο δάνειο από τη γερμανική Streit· Mεταγραμματισμός του γερμανικού επωνύμου Στράιτ ως ελληνικό, από την περίοδο της Βαυαροκρατίας στην Ελλάδα, από τον Johannes Alexander Freiherr von Streit, που ήρθε και εγκαταστάθηκε στη χώρα με τον Όθωνα.

Κύριο όνομα

Στρέιτ αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο

Μεταγραφές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.