Σπυρέα

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Σπυρέα < γενική ενικού του αρσενικού Σπυρέας

Κύριο όνομα

Σπυρέα θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

Σπυρέα αρσενικό

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.