Οχάνογλου
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
Κύριο όνομα
Οχάνογλου αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο
Συγγενικά
- → δείτε Χοβχαννές και Χοβχαννισιάν
Μεταγραφές
- κυριλλικοί χαρακτήρες: Оханоглу
- λατινικοί χαρακτήρες: Ochanoglou, Ohanoglou
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.