Λήθη

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

Λήθη < λήθη

Κύριο όνομα

Λήθη θηλυκό

  • γυναικείο όνομα θυγατέρα της Έριδας και προσωποποίηση της λήθης, δηλαδή της λησμονιάς και της αγνωμοσύνης
  • μυθολογικός ποταμός της Ελλάδας, ένας από τους πέντε ποταμούς του Άδη
  • πηγή στη Βοιωτία που υπήρχε κοντά στο Μαντείο του Τροφωνίου
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.