Θερμαϊκός
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- Θερμαϊκός < εννοείται: κόλπος → δείτε τη λέξη θερμαϊκός < αρχαία ελληνική Θερμαῖος κόλπος < Θέρμη
Κύριο όνομα
Θερμαϊκός αρσενικό
- (κόλπος) ο Θερμαϊκός Κόλπος: στον μυχό του οποίου βρίσκεται η Θεσσαλονίκη
Εκφράσεις
- νύμφη του Θερμαϊκού: η Θεσσαλονίκη
Μεταφράσεις
Θερμαϊκός
|
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.