Ζεπ
Νέα ελληνικά (el)
Μεταγραφή
Ζεπ αρσενικό, άκλιτο
- γερμανικό ανδρικό όνομα, χαϊδευτικό του Josef (Ιωσήφ)
- ※ Η ανακοίνωση της ανακωχής που υπέγραψε ο στρατηγός Τσολάκογλου με τον υποστράτηγο Ζεπ Ντίτριχ της LSSAH (20 Απριλίου) προκάλεσε ανάμικτα συναισθήματα στις καταπονημένες ελληνικές μονάδες (ιστότοπος Μηχανή του Χρόνου, απόσπασμα από το βιβλίο του Ν. Γιαννόπουλου Το ξεχασμένο «Όχι»· πρόσβαση: 2021-06-11)
-
Ζεπ Ντίτριχ στη Βικιπαίδεια
(1892-1966), Γερμανός ναζιστής, διοικητής μονάδων Ες-Ες
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.