Δον Ζουάν

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

Δον Ζουάν < (ορθογραφικό δάνειο) γαλλική Don Juan [1] από τίτλο έργου του Μολιέρου < ισπανική don, Juan

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈðon zuˈan/ (συγκρίνετε με το δονζουάν)

Κύριο όνομα

Δον Ζουάν αρσενικό άκλιτο

  1. ανδρικό όνομα, φανταστικός γυναικοκατακτητής ήρωας του θεάτρου, όπερας, κινηματογράφου κ.λπ.
  2. (μετωνυμία) δονζουάν, γυναικοκατακτητής

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Αναφορές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.