ΔΕΗ
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ΔΕΗ < τα αρχικά γράμματα των λέξεων Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού
Προφορά
- ΔΦΑ : /ðeˈi/
Συντομομορφή
Δ.Ε.Η. θηλυκό άκλιτο ακρωνύμιο
- Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού
- ↪ ήρθε πάλι φουσκωμένος ο λογαριασμός της ΔΕΗ
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.