Αἰών

Αρχαία ελληνικά (grc)

 πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Αἰών
      γενική τοῦ Αἰῶνος
      δοτική τῷ Αἰῶν
    αιτιατική τὸν Αἰῶν
     κλητική ! Αἰών
3η κλίση, Κατηγορία 'χειμών' όπως «χειμών» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

Αἰών < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Αἰών, -ῶνος αρσενικό

  1. (ελληνική μυθολογία) γιος του Κρόνου
      5ος πκε αιώνας Εὐριπίδης, Ἡρακλεῖδαι, στίχ. 900 (899-900)
    Πολλὰ γὰρ τίκτει Μοῖρα τελεσσιδώ- / τειρ’ Αἰών τε Χρόνου παῖς.
  2. (ελληνιστική σημασία) ανδρικό όνομα

Κύριο όνομα

Αἰών, -ῶνος θηλυκό

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.