écluser

Γαλλικά (fr)

Ρήμα

écluser (fr)

  1. εμποδίζω το νερό ενός ποταμιού, καναλιού, κ.α. να κυλά χάρη σε υδατοφράκτη
  2. επιτρέπω σε πλοίο να ανεβεί ή να κατεβεί το ρεύμα ενός ποταμιού, κ.α. χάρη σε ειδικό υδατοφράκτη
  3. (λαϊκότροπο) πίνω

Συγγενικά

  •  δείτε τη λέξη écluse
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.