virtual

Αγγλικά (en)

Επίθετο

virtual (en)

  1. στην ουσία (αλλά όχι από εξωτερική άποψη), κατ' ουσίαν
    this defeat was a virtual victory
    αυτή η ήττα ήταν στην ουσία μια νίκη
  2. (πληροφορική) εικονικός, ιδεατός, που δεν έχει φυσική υπόσταση αλλά είναι δημιούργημα προγραμματισμού

Σύνθετα

Πολυλεκτικοί όροι



Ισπανικά (es)

Επίθετο

virtual (es)



Πορτογαλικά (pt)

Επίθετο

virtual (pt)

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.