task

Αγγλικά (en)

Προφορά

ΔΦΑ : /tɑːsk/
ΔΦΑ : /tæsk/ (ΗΠΑ)
 

Ουσιαστικό

task (en)

  1. αποστολή
  2. εργασία
  3. (πληροφορική) η διεργασία
     συνώνυμα: job, process
    δείτε επίσης: Process (computing) στην αγγλική Βικιπαίδεια

Συγγενικά

  • tasker

Σύνθετα

  • task στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.