proxy server
Αγγλικά (en)
Πολυλεκτικός όρος
proxy server (en)
- (πληροφορική) διακομιστής μεσολάβησης, πληρεξούσιος εξυπηρετητής [1]
Υπερώνυμα
-
proxy server στην αγγλική Βικιπαίδεια

- Proxy servers, εικόνες στα Wikimedia Commons
Αναφορές
- «πληρεξούσιος εξυπηρετητής» από αναζήτηση «proxy server» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.