palaeoartist
Αγγλικά (en)
| ενικός | πληθυντικός |
| palaeoartist | palaeoartists |
Ουσιαστικό
palaeoartist (en) (βρετανική γραφή)
- καλλιτέχνης που δημιουργεί έργα τα οποία επιχειρούν να αναπαραστήσουν ή να ανακατασκεύασουν τα προϊστορικά ζώα και το περιβάλλον τους, με βάση τα ευρισκόμενα απολιθώματα και τα επιστημονικά δεδομένα
- paleoartist (αμερικανική γραφή)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.