non-breaking space

Αγγλικά (en)

Ετυμολογία

non-breaking space <  δείτε τις λέξεις non-breaking και space

Πολυλεκτικός όρος

      ενικός         πληθυντικός  
non-breaking space non-breaking spaces

non-breaking space (en)

  • (πληροφορική) αδιασπαστικό διάστημα [1]: ειδική περίπτωση διαστήματος (κενού χαρακτήρα ανάμεσα σε λέξεις κειμένου) που εμποδίζει την αναδίπλωση κειμένου σε νέα γραμμή στο σημείο που τοποθετείται, ώστε να μην διαχωρίζονται οι λέξεις που βρίσκονται εκατέρωθεν [2]
    συντομογραφία: nbsp, NBSP

Συνώνυμα

  • no-break space
  • hard space

Υπερώνυμα

Αναφορές

  1. «αδιασπαστικό διάστημα» από αναζήτηση «non-breaking space» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.
  2. (αγγλικά) HTML Entities, από w3schools.com. Πρόσβαση 2020-10-28.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.