multicolumn

Αγγλικά (en)

Ετυμολογία

multicolumn < multi- + column

Προφορά

 

Επίθετο

multicolumn (en)

  • (πληροφορική) πολύστηλος
    multicolumn layout / «πολύστηλη κατάστρωση (διάταξη, σελιδοποίηση, κλπ.)» [1]

Αναφορές

  1. «πολύστηλη κατάστρωση» από αναζήτηση «multicolumn layout» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.