maïeutique
Γαλλικά (fr)
Προφορά
- ΔΦΑ : /ma.jø.tik/
Ουσιαστικό
maïeutique (fr) θηλυκό
- (φιλοσοφία) η μαιευτική
- παιδαγωγική μέθοδος που βασίζεται στον συλλογισμό
Συγγενικά
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.