clipboard

Αγγλικά (en)

Ουσιαστικό

clipboard (en)

  1. μανδαλοπίνακας, μανδαλοταμπλέτα
  2. (πληροφορική) πρόχειρα αποθηκευμένο κείμενο, εικόνα ή άλλο περιεχόμενο αρχείου ή αρχείο (το περιεχόμενο αρχείου και το κλειστό αρχείο δεν ταυτίζονται ως έννοιες) το οποίο άμεσα μπορεί να επικολληθεί κατά βούληση όμως σε αντίστοιχο πρόγραμμα (σπανίως μερικά πειραματικά plug-ins προγραμμάτων αποδέχονται και επικόλληση διαφορετικού τύπου αρχείων, πχ μετατρέπουν εικόνα σε ήχο και το αντίστροφο, όμως αυτό είναι σπάνιο και δείχνει αυθαίρετο αν κάνεις δεν μελετήσει την περιγραφή)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.