as much
Αγγλικά (en)
Έκφραση
as much (en)
Φράση
as much (en)
- (much ως αντωνυμία) τόσος, διπλάσιος/διπλάσια/το διπλάσιο, τριπλάσιος/τριπλάσια/το τριπλάσιο, τετραπλάσιος/τετραπλάσια/το τετραπλάσιο (και πενταπλάσιος, εξαπλάσιος, επταπλάσιος, κτλ.)
- ↪ I had two times as much.
- Είχα δύο φορές τόσες. (τόσες φορές, επί δύο)
- ↪ I decided to give twice as much to charity this year.
- Αποφάσισα να δώσω άλλα τόσα σε φιλανθρωπίες φέτος.
- ↪ He asked for twice as much.
- Ζήτησε τόσα κι άλλα τόσα.
- ↪ He earns twice as much as me.
- Κερδίζει τα διπλάσια από εμένα.
- ↪ This year’s production was two times as much as last year’s.
- Η φετινή παραγωγή ήταν διπλάσια από την περσινή.
- ↪ He works twice as much as the others.
- Δουλεύει διπλάσια από τους άλλους.
- ↪ The land he bought is three times as much as mine.
- Το οικόπεδο που αγόρασε είναι τριπλάσιο από το δικό μου.
- ↪ Certain products cost three times as much as the year before last.
- Ορισμένα προϊόντα κοστίζουν τριπλάσια από πρόπερσι.
- ↪ One surface is four times as much as the other.
- Η μία επιφάνεια είναι τετραπλάσια από την άλλη.
- ↪ It costs four times as much as last year.
- Κοστίζει τετραπλάσια από πέρυσι.
- ↪ It increased by four times as much.
- Αυξήθηκε στο τετραπλάσιο.
- ↪ I had two times as much.
- (much ως προσδιοριστής) τόσος, διπλάσιος, τριπλάσιος, τετραπλάσιος, (και πενταπλάσιος, εξαπλάσιος, επταπλάσιος, κτλ.)
- ↪ I didn’t expect as much indifference from you.
- Δεν περίμενα από σένα τόση αδιαφορία.
- ↪ twice as much profit - διπλάσια κέρδη
- ↪ Kostas makes three times as much pay as George.
- Ο Κώστας παίρνει τριπλάσιο μισθό από το Γιώργο.
- ↪ He makes four times as much money as I do.
- Κερδίζει τετραπλάσια χρήματα από εμένα.
- ↪ I didn’t expect as much indifference from you.
Σημειώσεις
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.