URL
Αγγλικά (en)
Προφορά
- ΔΦΑ : /ju ɑɹˈɛl/
Συντομομορφή
URL (en) αρκτικόλεξο
- (διαδίκτυο) συντομογραφία του Uniform Resource Locator: ενιαίος εντοπιστής πόρου[1], η διεύθυνση μιας ιστοσελίδας [2]
Συνώνυμα
- web address (για διαδίκτυο)
Υπερώνυμα
Υπώνυμα
-
URL στην αγγλική Βικιπαίδεια

- ασαφής η διάκριση μεταξύ URI και URL: (αγγλικά) Daniel Miessler, What’s the Difference Between a URI and a URL?. Δημοσίευση 2020-08-18. Αρχειοθέτηση 2020-11-12. Πρόσβαση 2020-11-23.
- (αγγλικά) What is a URL?. Πρόσβαση 2021-03-26
Αναφορές
- παράγραφος Β.1.4. eur-lex.europa.eu .pdf αγγλικά και το αντίστοιχο ελληνικό .pdf πρόσβαση:2019-09-17.
- (αγγλικά) What is a Domain Name?. Αρχειοθέτηση 2019-12-30. Προσπέλαση 2020-08-06.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.