Internet

Αγγλικά (en)

Ουσιαστικό

Internet (en) και internet

  1. (πληροφορική) το διαδίκτυο



Γαλλικά (fr)

Ουσιαστικό

Internet (fr) και internet αρσενικό

  1. (πληροφορική) το διαδίκτυο



Γερμανικά (de)

Προφορά

 

Ουσιαστικό

Internet (de)

  1. (πληροφορική) το διαδίκτυο



Πολωνικά (pl)

Προφορά

 

Ουσιαστικό

Internet (pl)

  1. (πληροφορική) το διαδίκτυο



Φινλανδικά (fi)

Ουσιαστικό

Internet (fi) αρσενικό

  1. (πληροφορική) το διαδίκτυο
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.