MVC
Αγγλικά (en)
Ετυμολογία
- MVC < Model View Controller
Συντομομορφή
MVC (en) (πληθυντικός MVCs) αρκτικόλεξο
- (προγραμματισμός) μοντέλο της αρχιτεκτονικής λογισμικού που χρησιμοποιείται κυρίως στην υλοποίηση της γραφικής διεπαφής χρήστη (GUI)[1]
-
MVC στην αγγλική Βικιπαίδεια

Αναφορές
- Αρχιτεκτονική Λογισμικού. Προσπέλαση 2020-05-07
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.