MLC
Αγγλικά (en)
Προφορά
- ΔΦΑ : /ɛsɛlsiː/
Συντομομορφή
| ενικός | πληθυντικός |
| MLC | MLCs |
MLC (en) αρκτικόλεξο
- (ηλεκτρονική, υλικό υπολογιστή) συντομογραφία του multi-level cell: τύπος μνήμης φλας (flash memory), όπου σε κάθε κελί μνήμης (cell) αποθηκεύονται δύο bits πληροφορίας (δηλαδή τιμές 00, 01, 10, 11) με την χρησιμοποίηση τεσσάρων σταθμών τάσης (voltage level) [1]
Υπερώνυμα
Υπώνυμα
- eMLC
-
MLC στην αγγλική Βικιπαίδεια

Αναφορές
- (αγγλικά) What is an SSD and why would I want one?. Δημοσίευση 2017-03-13. Πρόσβαση 2021-05-28.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.