Gbps
Αγγλικά (en)
Συντομομορφή
Gbps (en) αρκτικόλεξο
- (τηλεπικοινωνίες, πληροφορική) συντομογραφία του: gigabit per second, μετρά τον ρυθμό μεταφοράς δεδομένων (data transfer rate) και τον δυφιόρρυθμο (bitrate), γράφεται με πεζό b και διαφέρει από το MBps που γράφεται με κεφαλαίο B
Συνώνυμα
- Gb/s
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.