Fall

Γερμανικά (de)

Προφορά

 

Ουσιαστικό

Fall (de) αρσενικό

  1. η πτώση
  2. η περίσταση, η περίπτωση
    das ist der Fall - πρόκειται για αυτή την περίπτωση
  3. (νομικός όρος) υπόθεση

Σύνθετα



Φινλανδικά (fi)

Ετυμολογία

Fall < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Fall θηλυκό

Πηγές

  • Finnish Digital and Population Information Agency, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, ενημέρωση δημοτολογίου μέχρι τις 31/7/2023 ,



Φλαμανδικά (vls)

Ετυμολογία

Fall < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Fall αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Top 10.000 des noms de famille en Belgique au 1/01/2017, Statbel, Βελγικό Στατιστικό Γραφείο, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, : Το επώνυμο αυτό εμφανίζεται στις Περιοχές: Belgique, Bruxelles, Flandre του Βελγίου



Γαλλικά (fr)

Ετυμολογία

Fall < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Fall αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Top 10.000 des noms de famille en Belgique au 1/01/2017, Statbel, Βελγικό Στατιστικό Γραφείο, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, : Το επώνυμο αυτό εμφανίζεται στις Περιοχές: Belgique, Bruxelles, Flandre του Βελγίου



Ιταλικά (it)

Ετυμολογία

Fall < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Fall αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023



Σουηδικά (sv)

Ετυμολογία

Fall < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Fall αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden



Γερμανικά (de)

Ετυμολογία

Fall < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Fall αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • TNG-Adler, Liste der Nachnamen, ανακτήθηκε στις 29/9/2023
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.