Dio

Εσπεράντο (eo)

πτώση ενικός
ονομαστική Dio
αιτιατική Dion

Κύριο όνομα

Dio (eo)



Ιταλικά (it)

Ετυμολογία

Dio < λατινική deus

Προφορά

 

Κύριο όνομα

Dio (it)

  • (θρησκεία) το Θείο, ο Θεός



Φινλανδικά (fi)

Ετυμολογία

Dio < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Dio αρσενικό

Πηγές

  • Finnish Digital and Population Information Agency, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, ενημέρωση δημοτολογίου μέχρι τις 31/7/2023 , φύλλο Miehet kaikki
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.