Dame

Αγγλικά (en)

Ουσιαστικό

Dame (en)

  • γυναικείος μη κληρονομήσιμος αριστοκρατικός τίτλος || τίτλος ευγενείας



Γερμανικά (de)

Προφορά

 

Ουσιαστικό

Dame (de) θηλυκό

  • η κυρία
    ich sehe die Dame - βλέπω την κυρία

Κύριο όνομα

Dame αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Familienforschung in Westpreußen, ανακτήθηκε στις 20/8/2023 ,



Φλαμανδικά (vls)

Ετυμολογία

Dame < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Dame αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Top 10.000 des noms de famille en Belgique au 1/01/2017, Statbel, Βελγικό Στατιστικό Γραφείο, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, : Το επώνυμο αυτό εμφανίζεται στην Περιοχή: Wallonie του Βελγίου



Γαλλικά (fr)

Ετυμολογία

Dame < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Dame αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Top 10.000 des noms de famille en Belgique au 1/01/2017, Statbel, Βελγικό Στατιστικό Γραφείο, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, : Το επώνυμο αυτό εμφανίζεται στην Περιοχή Wallonie του Βελγίου
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.