5G
Αγγλικά (en)
Ετυμολογία
- 5G < 5th Generation
Συντομομορφή
5G (en) αρκτικόλεξο
- (πληροφορική) πρότυπο επικοινωνίας δικτύου κινητής τηλεφωνίας το οποίο προσφέρει ταχύτερες ταχύτητες δεδομένων, λιγότερη καθυστέρηση και αυξημένη χωρητικότητα
-
5G στην αγγλική Βικιπαίδεια

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.