-ing

Αγγλικά (en)

Επίθημα

-ing (en)

  1. γερουνδιακή κατάληξη μετοχών ενεστώτα αγγλικών ρημάτων
    read > reading (διαβάζοντας)
  2. κατάληξη άκλιτων ουσιαστικοποιημένων γερουνδίων
    reading (το διάβασμα)
  3. επίθημα για το σχηματισμό ουσιαστικών με πρώτο συνθέτικό άλλο μέρος του λόγου, εκτός από ρήμα. Δηλώνει υλικό ή μια διαδικασία.
    ferryboat > ferryboating (ταξιδεύω με ferryboat)
    wildcard > wildcarding

  • Αγγλικές λέξεις με επίθημα -ing στο Βικιλεξικό
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.