ὑπερφιλέω
Αρχαία ελληνικά
(grc)
Ετυμολογία
ὑπερφιλέω
<
ὑπέρ
και
φιλέω
-
φιλῶ
Ρήμα
ὑπερφιλέω
αγαπώ
πάρα πολύ,
υπεραγαπώ
ὥστε ὁ Σάκας
ὑπερεφίλει
ἤδη καὶ οἱ ἄλλοι πάντες.
(ο <οινοχόος και συνοδός> Σάκας τον υπεραγαπούσε όπως και όλοι) (Ξενοφών)
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.