ὀρεσι-
Αρχαία ελληνικά (grc)
Πρόθημα
ὀρεσι-, ὀρεσί-, ὀρεσ-, ὀρέσ- και με την επική κατάληξη ὀρεσσι-
- «το όρος» (το βουνό) ως πρώτο συνθετικό
- ὀρεσιδρόμος
- ὀρεσίτροφος
- ὀρέσβιος
Σύνθετα
Δείτε και άλλες μορφές στα σύνθετα του «ὄρος»
- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με πρόθημα ὀρεσι- στο Βικιλεξικό
- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με πρόθημα ὀρεσσι- στο Βικιλεξικό
- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με πρόθημα ὀρεσί- στο Βικιλεξικό
- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με πρόθημα ὀρεσσί- στο Βικιλεξικό
- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με πρόθημα ὀρεσ- στο Βικιλεξικό
- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με πρόθημα ὀρεσ- στο Βικιλεξικό
Αναφορές
- «όρος, το»Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Πηγές
- Λέξεις ὀρεσ- @perseus.tufts.edu Greek Dictionary Headword Search, Πανεπιστήμιο Tufts
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.